Εμφανίζει 6 αποτελέσματα

Καθιερωμένη εγγραφή
Ελλάδα

Μοάτσος, Δημήτριος

  • Άτομο
  • 1927-2001

Σπούδασε νομικά και πολιτικές επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Αρχικά δικηγόρησε στο Ρέθυμνο (στο Πρωτοδικείο) και έπειτα στην Αθήνα. Προήχθη σε αρεοπαγίτη το 1968.
Το 1954 και το 1959 εξελέγη δημοτικός σύμβουλος στο Δήμο Ρεθύμνου (πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου το 1957). Την περίοδο 1965-1967 υπηρέτησε ως Νομάρχης Λάρισας, ενώ το 1974 θήτευσε ως Νομάρχης Αττικής. Εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής στην εκλογική περιφέρεια Ρεθύμνου στις εκλογές του 1974 με τη Νέα Δημοκρατία. Από τις 21 Νοεμβρίου 1974 ως τις 10 Σεπτεμβρίου 1976 ήταν υφυπουργός Εσωτερικών στην κυβέρνηση Καραμανλή. Ήταν υποψήφιος πάλι στο Ρέθυμνο στις εκλογές του 1977 με την ΕΔΗΚ, χωρίς να εκλεγεί.

Μαντζαβίνος, Γεώργιος

  • GR IATE ARID: MANTZAVINOS, G.
  • Άτομο
  • 1888-1955

Ο Γεώργιος Μαντζαβίνος γεννήθηκε στην Άμφισσα το 1888. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και αναγορεύθηκε Διδάκτωρ Νομικής. Tο 1906 ανέλαβε υπηρεσία στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, όπου διέτρεξε διαδοχικά όλες τις υπηρεσιακές βαθμίδες, φθάνοντας το 1928 στην ανώτατη, εκείνη του Γενικού Διευθυντή. Από τη θέση αυτή, στην οποία παρέμεινε έως το 1936, προώθησε αρκετές μεταρρυθμίσεις στο Δημόσιο Λογιστικό. Επί σειρά ετών αντιπροσώπευσε την Ελλάδα στη Δημοσιονομική Επιτροπή της Κοινωνίας των Εθνών (ΚτΕ) και σε διεθνείς διασκέψεις. Από το 1929 έως το 1939 διετέλεσε τακτικό μέλος της Φορολογικής Επιτροπής της ΚτΕ, εκλεγείς από το Συμβούλιο του οργανισμού. Το 1935 χρημάτισε Υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση Κ. Δεμερτζή (11.1935), ωστόσο μετά την κήρυξη της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου 1936 παραιτήθηκε και επανήλθε στη θέση του Γενικού Διευθυντή του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους. Με το Βασιλικό Διάταγμα της 26.9.1936, και κατόπιν απόφασης των Μετόχων της Τράπεζας της Ελλάδος, διορίστηκε Υποδιοικητής της. Το 1941 ακολούθησε με τον Διοικητή της Τράπεζας Κ. Βαρβαρέσο την Ελληνική Κυβέρνηση στην Κρήτη, το Κάιρο και, τέλος, στο Λονδίνο, όπου και παρέμεινε μέχρι το τέλος του πολέμου, υπηρετώντας την πατρίδα ως Υποδιοικητής του εκδοτικού ιδρύματος με έδρα το Λονδίνο και ως Υφυπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης Ε. Τσουδερού (5.1943-5.1944). Μετά την Απελευθέρωση, διατήρησε τη θέση του Υποδιοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος έως το 1946, οπότε με το Βασιλικό Διάταγμα της 11.2.1946 διορίστηκε Διοικητής της. Το 1945 (Απρίλιος-Οκτώβριος) διετέλεσε Υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης Π. Βούλγαρη. Το 1950 (Ιανουάριος-Μάρτιος) διετέλεσε Υπουργός Συντονισμού και Οικονομικών στην κυβέρνηση Ι. Θεοτόκη. Με το Βασιλικό Διάταγμα της 1.11.1950 διορίστηκε εκ νέου Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος. Τον Φεβρουάριο του 1955 αποχώρησε από τη θέση του Διοικητή. Απεβίωσε τον Ιούλιο του 1955. Το 1952 ο Βασιλιάς τού απένειμε τιμητικά για τις υπηρεσίες του προς την πατρίδα τον Μεγαλόσταυρο του Τάγματος του Φοίνικος (1952).

Βοβολίνης, Σπυρίδων Α.

  • Άτομο
  • 1910-1995

Ο Σπύρος Βοβολίνης γεννήθηκε στην Αθήνα στις 16 Φεβρουαρίου 1910.
Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και από νεαρή ηλικία αφοσιώθηκε στη δημοσιογραφία. Εργάστηκε αρχικά ως δημόσιος υπάλληλος και παράλληλα ως συντάκτης/συνεργάτης σε εφημερίδες και περιοδικά της εποχής.
Το 1934 ίδρυσε το μηνιαίο οικονομικό περιοδικό Βιομηχανική Επιθεώρησις. Έλαβε μέρος στον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο (1940-1941) και αργότερα στην Αντίσταση, ενώ υπήρξε και συνδιευθυντής της παράνομης κατοχικής εφημερίδας Ελληνικόν Αίμα.
Από το 1958 έως το 1962, σε συνεργασία με τον αδελφό του Κωνσταντίνο, εξέδωσαν το Μέγα Ελληνικόν Βιογραφικόν Λεξικόν, έργο για το οποίο τιμήθηκαν με το Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών το 1964.
Το 1962 απέκτησε το αποκλειστικό δικαίωμα αναδημοσίευσης άρθρων των The Financial Times του Λονδίνου και συνεργάστηκε με τους εκδότες της εγκυκλοπαίδειας Πάπυρος Larousse Britannica και της Οικονομικής και Λογιστικής Εγκυκλοπαίδειας.
Διετέλεσε πρόεδρος της Ένωσης Ιδιοκτητών Περιοδικού Τύπου, της Ένωσης Διευθυντών Ελληνικού Τύπου, αντιπρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Διεθνούς Ομοσπονδίας Περιοδικού Τύπου στο Παρίσι, αντιπρόεδρος του Ταμείου Ασφάλισης Ιδιοκτητών Συντακτών και Υπαλλήλων Τύπου, πρόεδρος του Σώματος Ελλήνων Αλκίμων, καθώς και σύμβουλος σε οργανισμούς και εταιρείες.
Υπήρξε μέλος της Πανελληνίου Φιλελευθέρας Νεολαίας Ελλάδος, του Συνεταιρισμού Αμύνης Καταναλωτών Αθηνών, της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας, του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού, του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός», της Αθηναϊκής Λέσχης, του Ροταριανού Ομίλου Αθηνών, του Διοικητικού Συμβουλίου της Πανελλήνιας Επιτροπής Απελευθέρωσης της Κύπρου και πολλών άλλων ακόμη συλλόγων.
Για την προσφορά του στον εκδοτικό χώρο τιμήθηκε στον εορτασμό της επετείου 25 χρόνων από την πρώτη κυκλοφορία της Βιομηχανικής Επιθεώρησης με τον Έπαινο της Ακαδημίας Αθηνών.
Τιμήθηκε με το Μετάλλιο Εξαιρέτων Πράξεων, μετά ξιφών, τον Χρυσό Σταυρό του Βασιλικού Τάγματος του Γεωργίου Α΄, το Μετάλλιο του Ελληνοϊταλικού Πολέμου και του Ελληνογερμανικού Πολέμου, το Μετάλλιο της Εθνικής Αντίστασης, το Χρυσό Μετάλλιο Δημιουργικής Δράσης, το Χρυσό Μετάλλιο της Μητρός των Εκκλησιών, τον Τίμιο Σταυρό του
Αποστόλου και Ευαγγελιστή Μάρκου Α΄ Τάξεως, τον Χρυσό Σταυρό Χιλιετηρίδος Αγίου Όρους, το Χρυσό Μετάλλιο της Ιεράς Πόλεως του Μεσολογγίου και τον Χρυσό Σταυρό του Τάγματος των Ιπποτών του Αγίου Διονυσίου.
Απεβίωσε στις 24 Νοεμβρίου 1995.

Βοβολίνης, Κωνσταντίνος Α.

  • Άτομο
  • 1913-1970

Ο Κωνσταντίνος Βοβολίνης γεννήθηκε στην Αθήνα στις 5 Ιανουαρίου 1913. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Παράλληλα με τις σπουδές του ξεκίνησε και τη σταδιοδρομία του ως συντάκτης και συνεργάτης των εφημερίδων Χρόνος του Πειραιά, Νέον Κράτος, Ελεύθερος Άνθρωπος, Νέον Φως και των περιοδικών Εργασία και Βιομηχανική Επιθεώρησις.
Εκτός από τη ενασχόλησή του με τη δημοσιογραφία, μετείχε ενεργά και στην πολιτική σκηνή της χώρας. Το 1938 ανέλαβε καθήκοντα Γενικού Γραμματέα του Δήμου Πειραιώς, θέση από την οποία παύθηκε το 1941 από την κατοχική κυβέρνηση, λόγω της ανυπακοής του προς το καθεστώς. Με την κήρυξη του πολέμου παρουσιάστηκε στον στρατό, όπου και υπηρέτησε έως τον Απρίλιο του 1941, φθάνοντας στον βαθμό του υποδεκανέα.
Κατά την περίοδο της Κατοχής πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση. Τον Μάιο του 1941 μαζί με τους δημοσιογράφους Λάζαρο Πηνιάτογλου και Ιωάννη Μήλιο ίδρυσαν την αντιστασιακή οργάνωση «Ελληνικόν Αίμα», η οποία τέθηκε υπό την πνευματική ηγεσία του τότε Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Χρυσάνθου. Από τον Ιούνιο του 1942 οι τρεις δημοσιογράφοι εξέδωσαν και διηύθυναν την ομώνυμη κατοχική εφημερίδα.
Εξελέγη βουλευτής Πειραιώς και Νήσων το 1952, με το κόμμα του Αλέξανδρου Παπάγου «Ελληνικός Συναγερμός», και εκ νέου το 1961, με το «Κόμμα των Προοδευτικών» του Σπυρίδωνος Μαρκεζίνη.
Διετέλεσε Γενικός Γραμματέας της Βουλής των Ελλήνων την περίοδο 1952-1953 και Υφυπουργός Προεδρίας της Κυβερνήσεως κατά τα έτη 1968-1970.
Υπήρξε μέλος και ειδικός γραμματέας του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός», σύμβουλος και κοσμήτωρ του Ελληνικού Συνδέσμου Ηνωμένων Εθνών, μέλος της Ένωσης Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών (ΕΣΗΕΑ), της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας Ελλάδος, της Αθηναϊκής Λέσχης και πλείστων ακόμη συλλόγων.
Παράλληλα, ανέπτυξε πλούσια συγγραφική δραστηριότητα. Ενδεικτικά αναφέρονται τα έργα του Μυστικές εκδόσεις (Αθήνα 1945), Το Χρονικόν του Παρνασσού (Αθήνα 1951), που απέσπασε την εύφημο μνεία της Ακαδημίας Αθηνών, και Η Εκκλησία εις τον αγώνα της Ελευθερίας (Αθήνα 1952), που τιμήθηκε με έπαινο από το ανωτέρω ίδρυμα.
Από τις αρχές της δεκαετίας του 1950 ο Κ. Βοβολίνης ξεκίνησε τη συγκέντρωση υλικού με σκοπό τη συγγραφή βιογραφιών για προσωπικότητες που διακρίθηκαν για τη συμβολή τους στη δημόσια ζωή και την οικονομική και κοινωνική πρόοδο της Ελλάδας, αρχίζοντας από τη βιογραφία του Ιωάννη Καποδίστρια. Το 1958, σε συνεργασία με τον αδελφό του Σπύρο, εκδότη και διευθυντή του περιοδικού Βιομηχανική Επιθεώρησις, ανέλαβε το εγχείρημα συγκρότησης και έκδοσης του Μεγάλου Ελληνικού Βιογραφικού Λεξικού (1958-1962), έργο για το οποίο τιμήθηκαν με το Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών το 1964.
Για τη συνολική προσφορά και το έργο του ο Κ. Βοβολίνης τιμήθηκε, μεταξύ άλλων, με τον Χρυσό Σταυρό του Βασιλικού Τάγματος του Φοίνικος, τον Πολεμικό Σταυρό, το Μετάλλιο της Εθνικής Αντίστασης, τον Χρυσό Σταυρό Β΄ και Γ΄ Τάξεως του Αγίου Μάρκου, το Χρυσό Μετάλλιο της Ιεράς Πόλης του Μεσολογγίου, το Μετάλλιο Ολοκαυτώματος Χρήστου Καψάλη και το Μετάλλιο του Ελληνοϊταλικού Πολέμου.
Απεβίωσε στις 10 Μαρτίου 1970.